Η ΔΗΛOΣ από τα πανάρχαια χρόνια θεωρούνταν ιερό νησί. Απ' αυτό πέρασαν κι άφησαν ίχνη οι σπουδαιότεροι ήρωες της γενιάς των Ατλάντων που αργότερα θεοποιήθηκαν. Πέρασαν οι ηλιολάτρεις «λαοί της θάλασσας» που ήρθαν από τη δύση, οι «φυλές του χαλκού», οι Πελασγοί, Λέλεγες κλπ. Ο αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γεωγράφος, «πατέρας της ιστορίας», Ηρόδοτος σημειώνει ότι οι πρώτοι κάτοικοι των Κυκλάδων ήταν οι «Πελασγοί», που αργότερα όμως ονομάσθηκαν Ίωνες». Από τους πρώτους ξένους που ήρθαν στη Δήλο ήταν η Αστερία, κόρη του Τιτάνα Κοίου και της Τιτανίδας Φοίβης. Γι' αυτό η Δήλος στ' αρχαιότατα χρόνια ονομαζόταν Αστερία. (Το ίδιο όνομα έφεραν κατά περιόδους και η Κρήτη και η Ρόδος). Δεν αποκλείεται ο Κοίος να ήταν αρχηγός των Ατλάντων που κατακτούσαν τα νησιά κι έδινε σ' αυτά το όνομα της θυγατέρας του Αστερίας. Αργότερα ήρθε στη Δήλο και η Λητώ η Κοιογενής, αδελφή της Αστερίας, από τον πατέρα της τον Τιτάνα Κοίο, Ατλαντικής γενιάς. Την έφερε ο Ποσειδώνας για να γεννήσει κρυφά από την Ήρα, τα παιδιά του αδελφού του Δία. Γι' αυτό σταθεροποίησε το νησί που ταλαντευόταν από σεισμούς και το σκέπασε με σκοτεινό υδάτινο θόλο. Εκεί γεννήθηκε ο Απόλλωνας και η Άρτεμη. Στη γέννησή τους παραβρέθηκαν η Διώνη, η Ρέα, η Ιχναία, η θέμιδα και η Αμφιτρίτη, που αποτελούσαν την ακολουθία της, όπως την όρισε ο Ποσειδώνας κι ήταν όλες τής γενιάς των Τιτάνων και Ατλάντων. Η Ίριδα, Ατλαντίδα επίσης, έφερε, πετώντας, την Ειλείθυια να ξεγεννήσει τη Λητώ... O Ποσειδώνας λατρευόταν ιδιαίτερα στη Δήλο και για τους παραπάνω λόγους αλλά και σαν προστάτης των ξένων. (Μήπως των Ατλάντων αποικιστών;). Λατρευόταν επίσης ο Ερμής και η μητέρα του η Μαία, θυγατέρα του Άτλαντα. Μία παράδοση αναφέρει πως ο γίγαντας Ωρίων (ήρωας της Ατλαντίδας κι αυτός), ερωτεύτηκε την Τιτανίδα Ηώ, την άρπαξε και την έφερε στη Δήλο, όπου την επιβουλεύτηκε (Βιβλιοθήκη Απολλόδωρου, βιβλίο Ι, 27, σελ.21)... Στη Δήλο βρέθηκαν και λείψανα οικισμού της νεολιθικής περιόδου (στο λόφο «Κύνθος», που διατηρεί μέχρι σήμερα το προ-ελληνικό όνομά του), καθώς και αντικείμενα της Μινωικής και Μυκηναϊκής εποχής. Στη μέση της πλατείας υπήρχε ναός δωρικού ρυθμού, με επιγραφή στο επιστύλιό του «Τω Ερμή και τη Μαία». Υπήρχε επίσης μνημείο των Νυμφών (Νηρηίδων). Δεξιά της κυκλικής ιερής λίμνης βρισκόταν το ίδρυμα του «Κοινού των Ποσειδωνιαστών» και η Στοά του Ποσειδώνα με επιγραφή «Προς τω Ποσείδιω». Εκεί κοντά υπήρχαν κατοικίες πλουσίων, που είναι γνωστές με τα ονόματα: «η Οικία του Ερμή», «η Οικία των Τριτώνων και Κωμωδών», «η Οικία της Τρίαινας», «η Οικία των Δελφίνων» κλπ. Στα σπίτια αυτά σώζονται μέχρι σήμερα, σε δάπεδα με μωσαϊκά, πολύχρωμες παραστάσεις, τρίαινες, δελφίνια, τρίτωνες κλπ... Η Δήλος, λένε, κατακτήθηκε από άγνωστης εθνικότητας ανθρώπους, που έφτασαν εκεί μάλλον από τη δύση (βλ. λήμμα Δήλος στην εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση, τόμος 10, σελ.640). Oι παραπάνω ενδείξεις όμως, συμπληρώνω, θυμίζουν ήρωες και εμβλήματα της χαμένης Ατλαντίδας... Στη ΡΟΔΟ από τις παλιότερες θεότητες που λατρεύτηκαν ήταν η Ηλέκτρα, θυγατέρα του Ωκεανού και της Τηθύος, που πολλές φορές ταυτίζεται με την ομώνυμη θυγατέρα του Άτλαντα και της Πλειώνης, την πλειάδα Ηλέκτρα. Αλλά η πλειάδα Ηλέκτρα, ήταν μεταγενέστερη ηρωίδα της αυτής γενιάς. Τη λατρεία της Ηλέκτρας (της κόρης του Ωκεανού) ίσως μετέφεραν οι Τελχίνες, που ήταν γιοι της Καφίρας (ή Καφείρας), κόρης του Ωκεανού. Αυτοί ήρθαν από τη δύση, εγκαταστάθηκαν πρώτα στην Κρήτη κι ύστερα στη Ρόδο. Ήταν σπουδαίοι τεχνίτες μεταλλουργοί. Οι Τελχίνες συνεργάζονταν με τους Κύκλωπες και κατασκεύασαν την Τρίαινα του Ποσειδώνα, που έγινε έμβλημα των Ατλάντων. Μια εκδοχή λεει, πως οι Τελχίνες και η μητέρα τους η Καφείρα ανάθρεψαν τον Ποσειδώνα. Άλλη παράδοση λεει, πως ο Ποσειδώνας έφερε τους Τελχίνες, με την αδελφή τους Αλία και την Αμφιτρίτη, από την Κρήτη στη Ρόδο. O Ποσειδώνας επιβουλεύτηκε την Αλία, που γέννησε τη νύμφη Ρόδο (ή Ρόδη), από την οποία πήρε το όνομα το νησί (είχε και τα ονόματα Οφιούσα, Τελχινίς, Αστερία, Πελαγία κ.ά.). Άλλη παράδοση λεει, πως η νύμφη Ρόδος (ή Ρόδη) ήταν κόρη της Αμφιτρίτης. Υπήρχε μάλιστα και ναός της Αμφιτρίτης (Βρέθηκε στο λόφο Άγιου Στέφανου). Η νύμφη Ρόδη γλίτωσε από τον κατακλυσμό, γιατί έφυγε με τους Τελχίνες που τον πρόβλεψαν. Αργότερα η νύμφη Ρόδος επέστρεψε στο νησί και παντρεύτηκε το νέο αρχηγέτη, τον θεό του ήλιου «Helios», που ήρθε επίσης από τη δύση με τους Hλιάδες. «Αυτοί ήταν ηλιολάτρεις,» λεει ο Ησίοδος, «όπως και οι προηγούμενοι αποικιστές της Ρόδου». Οι Ίγνητες (ή Γνήτες) Ρόδιοι - δηλαδή οι γνήσιοι προϊστορικοί Ρόδιοι ιθαγενείς - απόδιδαν την καταγωγή τους στους Τελχίνες. Κατά την ελληνική μυθολογία οι Γνήτες ήταν έξη αδελφοί γιοι του θεού Ποσειδώνα και της αδελφής των Τελχίνων Αλίας ή Καφείρας ή Λευκοθέας και κατοικούσαν στην Ανατολική πλευρά του νησιού O Τριόπας η Τρίωψ ήταν ο μεταγενέστερος αποικιστής της Ρόδου, ήταν κι αυτός γιος του Ποσειδώνα και της Κανάκης, θυγατέρας του Αίολου, απόγονου της αυτής με τους παραπάνω γενιάς των Ατλάντων. Η ΣΥΜΗ της Δωδεκανήσου είχε συνδεθεί, σύμφωνα με τις παραδόσεις, με τους «θεούς» και τους αρχηγέτες της δύσης από τα χρόνια του Κρόνου. Κάποιοι περιπλανώμενοι ερευνητές, από το νησί των Μακάρων του Κρόνου, έφτασαν στο νησί αυτό κι είχαν μαζί τους και τη νύμφη Σύμη, που έμενε εκεί κι έδωσε τ' όνομά της στο νησί. O Ποσειδώνας που πέρασε λίγο αργότερα, την έκανε δική του και γεννήθηκε ο Χθόνιος. Αργότερα έφτασε και ο Προμηθέας, αδελφός του Άτλαντα και δίδαξε πολλές τέχνες και τη μακροβιότητα. Εκεί λέγεται έπλασε άνθρωπο από πηλό... Στη ΣΥΜΗ έφτασε από την Κρόνου Πολιτεία και ο Γλαύκος, γιος του Ερμή και δίδαξε τη ναυπηγική τέχνη. Λέγεται πως αυτός σχεδίασε και την «Αργώ», το πλοίο στο οποίο επιβιβάστηκαν οι Αργοναύτες για την εκστρατεία τους στην Κολχίδα. O Γλαύκος νυμφεύτηκε τη Σύμη, θυγατέρα του Ιαλυσού, εγγονή της παλιάς Σύμης. Στο νησί υπήρχε κάποτε και ιερό του Ποσειδώνα. «Η Σύμη είχε σχέσεις με τη Δήλο και τακτική επικοινωνία από παλιά,» γράφει ο Πλίνιος. Στην νήσο ΚΩ , την πατρίδα του Ιπποκράτη, είχαν φτάσει κάποτε, κυνηγημένοι από τους θεούς του Όλυμπου, όσοι γλίτωσαν από τους Γίγαντες και Τιτάνες, μαζί με απόγονους της γενιάς τους. Αυτοί φαίνεται ονόμασαν το νησί Μερόπη, όπως λεγόταν στα πολύ παλιά χρόνια, που ήταν το όνομα μιας θυγατέρας του Άτλαντα. (Ενώ η πόλη λεγόταν Μεροπίς). Αργότερα την ονόμασαν Νυμφαία (από τις Νύμφες της αυτής γενιάς), κι ύστερα Καρφίς, Κουρίς και τέλος Κώα - Κως. Μετά τους Γίγαντες εγκαταστάθηκαν στην Κω οι Πελασγοί, Λέλεγες, Κάρες κλπ. Την Κω αποίκησε επίσης, ο Νέανδρος, γιος του Μακαρέα (βλ.«Ιστορία των Νήσων» Γ.Κούκα, σ.88 και «Κάμειρος» τεύχος 23, σελ.9). Οι Δωριείς εισέβαλαν στο νησί τον 11ο αιώνα π.Χ., εγκαθιστώντας μια δωρική αποικία μαζί με ένα μεγάλο αριθμό αποικιών από την Επίδαυρο, που λάτρευαν σαν θεό τον θεραπευτή Ασκληπιό. Η λατρεία του Ασκληπιού έκανε το νέο σπίτι τους διάσημο για τα σανατόρια. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗΗ Σαμοθράκη φιλοξένησε κατά καιρούς δοξασμένα πρόσωπα. Όταν οι Αργοναύτες έφτασαν στο νησί αυτό, αποκαλούνταν τότε «το νησί της Ατλαντίδας Ηλέκτρας» (Απολλώνιος Ρόδιος, σ.45). Η Ηλέκτρα ήταν μία από τις θυγατέρες του Άτλαντα και της Πλειώνης. Οι Άτλαντες αποικιστές την εγκατέστησαν εκεί, φαίνεται, σαν τοποτηρητή τους. Η Ηλέκτρα γέννησε εκεί, με το Δία, λεει η παράδοση, το Δάρδανο, που κατέκτησε αργότερα τα Δαρδανέλια κλπ, τον Ιασίωνα, την Αρμονία και τον Ημαθίωνα, που έγινε βασιλιάς της Σαμοθράκης. Αυτόν τον ακολουθούσαν, λεει η παράδοση, στρατιώτες όμοιοι με γίγαντες. Στη Σαμοθράκη εγκαταστάθηκαν αργότερα οι Κάβειροι κι ακολούθησαν οι συγγενείς τους Πελασγοί. Οι κάτοικοι της τιμούσαν και λάτρευαν από πολύ παλιά τη Μεγάλη Θεά (τη Γαία ή μία από τις Τιτανίδες). Στο νησί σώζονται ακόμα Κυκλώπεια τείχη. Εξακολουθούν να υπάρχουν και σημαντικά υπολείματα του ιερού «Ναού των Μεγάλων Θεών», όπου τελούνταν μυστηριώδεις τελετές (Καβείρια Μυστήρια), που ήταν ανοιχτά τόσο στους σκλάβους όσο και στους ελεύθερους ανθρώπους. Στην είσοδο του Ναού, που τώρα έχει εκτενώς ανασκαφεί, υπήρχαν κάποτε και δυο φαλλικά αγάλματα όμοια με τον Ερμή (φαλλικές Ερμές) (βλ. «Η μυθολογία των Ελλήνων», Κάρολου Κερυνύι, σελ.99). Το περίφημο μαρμάρινο άγαλμα, η Νίκη της Σαμοθράκης (που βρίσκεται στο Μουσείο Λούβρου του Παρισιού), με τα φτερά και το κηρύκειο του Ερμή, ή της Ίριδας, επίσης Ατλαντικής γενιάς, συμβόλιζε το δεσμό των προγόνων με τους απόγονους. Η Νίκη, κατά τον Ησίοδο, ήταν η θυγατέρα του Τιτάνα Πάλλαντα...
Στη ΣΚΥΡΟ, οι παραδόσεις για τις Νηρηίδες και τις Νύμφες σώζονται μέχρι σήμερα. Κοντά στο λιμάνι Αχίλλειο υπάρχει ένα γραφικό λιμανάκι που οι ντόπιοι το λένε «Νυφί». Κάποτε το έλεγαν όρμο «Νηρέα και Νύμφης» (νύφη-νυφί). Εκεί εγκατέστησε κάποτε ο Νηρέας τις θυγατέρες του Νηρηίδες. Ανάμεσα σ' αυτές, λεει η παράδοση, κρύφτηκε ο ήρωας Αχιλλέας, ντυμένος σα νύμφη, αλλά τον ανακάλυψε ο Οδυσσέας, από τα τριχωτό χέρια του και τον πήρε στην εκστρατεία κατά της Τροίας. Άλλη παράδοση λέει οτι στη Σκύρο πέθανε ο Θησέας, ο βασιλιάς των Αθηνών, όταν ρίχθηκε σε γκρεμό από τον τοπικού βασιλιά Λυκομήδη. Πίσω μεριά από το «Νυφί» είναι ο όρμος Ειρένα (άλλοτε όρμος Σειρήνων-Σειρένα). Πάνω απ' αυτόν, στο βουνό που εισχωρεί στη θάλασσα, υπήρχε ναός του Ποσειδώνα. Βρέθηκαν ερείπιά του και κυκλώπεια τείχη. Έχουν βρεθεί λείψανα σε διάφορες περιοχές του νησιού που μαρτυρούν ότι η Σκύρος κατοικήθηκε από τη νεολιθική περίοδο ( 5500 – 2800 π.Χ. ). Άκμασε κατά την πρώιμη εποχή του χαλκού ( 2800 – 1900 π.Χ. ) και φτάνει στο απόγειο της ακμής της κατά τη Μυκηναϊκή περίοδο (1650 – 1100 π.Χ.). Η πρώτη ονομασία του νησιού, στην προϊστορική εποχή, ήταν «Πελασγία», που προήλθε από τους πρώτους κατοίκους της, τους Πελασγούς. Αυτοί έκτισαν και τα πρώτα οχειρωματικά τείχη. Αργότερα εγκαταστάθηκε στο νησί η φυλή των Δολόπων και ονομάσθηκε «Δολοπία». Στη ΛΗΜΝΟ, όπως μαρτυρεί ο Θουκυδίδης, βρέθηκαν στην εποχή του υπολείμματα προελλήνων και προελληνικές επιγραφές. Ένας θρύλος λεει πως την κατέλαβαν κάποτε οι Αμαζόνες, που είχαν βασίλισσα τη Μύρινα. Αυτή συμμάχησε με τους Άτλαντες εναντίον των Γοργόνων... Άλλη παράδοση αναφέρει ότι στη Λήμνο κατοικούσε κάποτε και ο Ήφαιστος. Τα «Ηφαίστεια» που γιόρταζαν οι Λήμνιοι ήταν παλιά γιορτή και περίεργη. Πριν εννιά μέρες έσβηναν όλες οι φωτιές στο νησί κι έφερναν φωτιά με πλοίο από τη Δήλο. (βλ. «Ελληνική μυθολογία», σ.347, Jan Rispen). Η ΛΕΣΒΟΣ, πριν λεγόταν Αιθιόπη, Μακαρία, Πελασγία. Εκεί λατρευόταν ο «Ελύμνιος» Ποσειδώνας. Στο μυχό του κόλπου Καλλονής υπήρχε αρχαιότατη πόλη που την έλεγαν Πύρρα. Την έχτισαν οι Πελασγοί, ή οι Αιολείς, σε ανάμνηση της Πύρρας, συζύγου του Δευκαλίωνα, ο οποίος ήταν ανεψιός του Άτλαντα και πατέρας του Έλληνα. Στην Πύρρα έζησε εξόριστος αργότερα ο ποιητής Αλκαίος... Στη ΜΗΛΟ λατρευόταν ο Ποσειδώνας από τα πανάρχαια χρόνια. Του είχαν κατασκευάσει μαρμάρινο άγαλμα ύψος 2,17 μέτρα. (Βρίσκεται στο Moυσείο πρώην Ανατολικού Βερολίνου Νo235). Είναι μεγαλόπρεπος σαν ισχυρός αρχηγέτης... Στη ΝΑΞΟ υπήρχε παράδοση πως ο Τιτάνας Κηδαλίωνας, ο περίφημος τεχνίτης μεταλλουργός, ήταν Ναξιώτης. Ο Κυδαλίωνας είχε σχέσεις με τους Γίγαντες και τους Κύκλωπες κι αυτός δίδαξε την τέχνη του στον Ήφαιστο. Ο Κυδαλίωνας ήταν ο οδηγός του Ωρίωνα όταν αυτός τυφλώθηκε... Η ΝΙΣΥΡΟΣ, κατά ένα θρύλο, σχηματίστηκε από ένα τεράστιο βρόχο που εκσφενδόνισε ο Ποσειδώνας εναντίον του Γίγαντα Πολύβωτου. Προσπαθούσε ο Ποσειδώνας να τον ακοντίσει με την τρίαινά του. Επειδή δεν τον έφτανε, απόσπασε ένα πελώριο βρόχο από την Κω. Τον πέταξε καταπάνω του, κι έγινε νησί! (ίσως είναι μνήμη παμπάλαια της διαμόρφωσης του Αιγαίου). Στη ΜΥΚΟΝΟ, έλεγε μια παράδοση, είχαν ταφεί οι γίγαντες που σκότωσε ο Ηρακλής. Ο Ποσειδώνας λατρευόταν και στη Μύκονο (βλ. βιβλίο «ΜΥΚΟΝΟΣ-ΔΗΛΟΣ» Πέτρου Θέμελη, επιμελητή αρχαιοτήτων). Στη ΧIO πρώτος οικιστής θεωρείται ο Χίος, γιος του Ποσειδώνα ή του Ωκεανού. Υπάρχει από παλιά ακρωτήρι «Ποσείδιο». Αργότερα πήγαν Πελασγοί... ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ Η μυθολογική φιγούρα «Αστυπάλεα» ήταν αδελφή της «Ευρώπης» και μία από τις ερωμένες του θεού Ποσειδώνα, ο οποίος της χάρισε το ομώνυμο νησί. Μαζί του η Αστυπάλεα γέννησε τον Αργοναύτη «Αγκαίο», ιδρυτή και βασιλιά της Σάμου και τον «Ευρύπυλο», βασιλιά της Κω. Στην Ελληνική μυθολογία η Αστυπάλεα αναπαριστάνεται σαν μια γυναίκα η οποία απήχθη από το Ποσειδώνα ο οποίος έχει τη μορφή μιας λεοπάρδαλης με ουρά ψαριού. Στη ΣΑΜΟ υπήρχε και ιερό του Ποσειδώνα κι ένα ακρωτήρι της ονομάζεται μέχρι σήμερα Ποσείδιο, καθώς κι ένα χωριό με το όνομα «Ποσειδώνιον». Πρώτοι κάτοικοι της αναφέρονται ότι ήταν οι Πελασγοί, Λέλεγες, Κάρες κ.λπ. Οικιστής και κτίστης του νησιού θεωρείται ο Αγκαίος, που είχε πάρει μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία και βασίλευε επάνω στη φυλή των Λελέγων (που ήταν εγκαταστημένοι κάτοικοι της Σάμου). Ο Αγκαίος γεννήθηκε από την Αστυπάλεα και τον Ποσειδώνα κοντά στα νερά του Ίμβρασου ποταμού. Με τη γυναίκα του τη «Σαμία», την κόρη του ποτάμιου θεού «Μαίανδρου», απέκτησε πέντε παιδιά. Ο ένας από τους γιους του Αγκαίου και της Σαμίας, λεγόταν «Σάμος» από τον οποίο πήρε το όνομά του το νησί. Η προϊστορική παρουσία του νησιού, σύμφωνα με τα τρέχοντα αρχαιολογικά δεδομένα, ξεκινά με την ίδρυση του πρώτου προϊστορικού οικισμού της πάνω στο βραχώδη λόφο του Κάστρου στο Τηγάνι -σημερινό Πυθαγόρειο- κατά την Ύστερη Νεολιθική Εποχή (περίπου 4500 π.Χ.). Το τέλος του οικισμού αυτού συμπίπτει με την αυγή της εποχής του Χαλκού και φαίνεται ότι παρέδωσε λίγο αργότερα τη σκυτάλη στον Πρωτοχαλκό Οικισμό του Ηραίου που ιδρύθηκε κοντά στον Ιμβρασο ποταμό και σε απόσταση 7 χλμ. δυτικά από τον νεολιθικό οικισμό. Οι δυο αυτοί οικισμοί τεκμηριώνουν κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, με τα πλούσια ανασκαφικά τους ευρήματα, τη μακρά και σημαντική προϊστορική διαδρομή της Σάμου. Ο πρωτοχαλκός οικισμός του Ηραίου εντοπίστηκε για πρώτη φορά ανασκαφικά και σχεδόν συμπτωματικά στα βαθύτερα στρώματα και κάτω από την θεμελίωση του γιγαντιαίου Ναού της Ήρας, το 1925, από τις ανασκαφικές εργασίες που τότε πραγματοποιούνταν από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο με κύρια επιδίωξη να φέρουν στο φως τα οικοδομικά λείψανα του μνημειώδους Ναού της Ήρας (που καταγράφηκε από τον Ηρόδοτο: Ιστορίες, βιβλίο 3, 60) . Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι στο Ηραίο της Σάμου βρισκόταν ο μεγαλύτερος ναός στην Ελλάδα. Ήταν δίπτερος ιωνικού ρυθμού, με 155 γιγάντιες κολώνες (σήμερα σώζεται η μία) και κτίσθηκε στη διάρκεια της βασιλείας του Πολυκράτη (535-522 π.Χ.). Κάτω από τους βωμούς της αρχαϊκής εποχής εντοπίστηκαν και βωμοί που ανάγονται στο 1700 π.Χ. περίπου που οριοθετεί τις απαρχές λατρείας κάποιας προϊστορικής θεάς της φύσης και της γονιμότητας, στη περιοχή του οικισμού, την οποία αργότερα ταύτισαν με την Ήρα. Με την μεταγενέστερη εισαγωγή της λατρείας της σαμιακής θεάς Ήρας από τους Ίωνες, η παράδοση άλλαξε και άρχισε να λέγεται ότι και η Ήρα γεννήθηκε στην όχθη του Ίμβρασου ποταμού κάτω από μια λυγαριά (βλ. περιηγητή Ρωμαϊκών χρόνων Παυσανία). Οι γερμανικές ανασκαφές από το 1911, που συνεχίζονται μέχρι σήμερα, έφεραν στο φως μεγαλοπρεπή οικοδομήματα και αναθήματα, αποκαλύπτοντας την ιστορία του ιερού χώρου της Ήρας, από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου έως τη Ρωμαϊκή Περίοδο (1050 π.Χ. – 400 μ.Χ.). Το ιερό της Ήρας ήκμασε ιδιαίτερα κατά τον 6ο αι. π.Χ., στα χρόνια διοίκησης του τυράννου Πολυκράτη. Από βαθύτερες τομές που εγιναν κατά τις ανασκαφικές εργασίες σε διάφορα σημεία, κάτω από τα θεμέλια του ιερού χώρου της Ηρας αλλά και βόρεια αυτού, βρέθηκαν προϊστορικές αρχιτεκτονικές εγκαταστάσεις (κατοικίες, εργαστήρια κεραμικής, μεταλλουργίας και υφαντικής, βωμοί, μνημεία), οχειρωματικά τείχη (γύρω στο 2200 π.Χ.) και διαπιστώθηκαν έξι προϊστορικές δομικές φάσεις κατοίκησης ήδη από την Πρωτοελλαδική περίοδο, στη τρίτη χιλιετία π.Χ., ως και τα τελευταία Υστεροελλαδικά χρόνια (περίπου το 1100 π.Χ.). Η ίδρυση του πυρήνα του οικισμού της πρώιμης εποχής του Χαλκού στο Ηραίο σύμφωνα με τα νεότερα ευρήματα των ανασκαφών που γίνονται από το 2009 βόρεια της Ιεράς Οδού χρονολογείται πριν από το 2700 π.Χ (Βλ. αρχαιολόγο Ουρανία Κουκά του Πανεπιστημίου Κύπρου και Wolf Dietrich Niemeier διευθυντή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αθηνών). Προς το τέλος της μέσης εποχής του χαλκού (περίπου το 1600 π.Χ.) εποχής της Μινωικής θαλασσοκρατίας, όλα τα νησιά του Αιγαίου, και η Σάμος, δέχτηκαν την έντονη επιρροή της Κρήτης. Στη μεταγενέστερη χρονική περίοδο 1425-1100 εμφανίζονται οι Μυκηναίοι και εγκαθιστούν στη περιοχή οικισμό Μυκηναϊκής τέχνης. Ένας μυκηναϊκός τύμβος ανασκάφθηκε κοντά στο βόρειο τμήμα του Μεγάλου Ναού κτερισμένος με κεραμικά Μυκηναϊκής τεχνοτροπίας. Το τέλος και η εγκατάλειψη του προϊστορικού οικισμού συμπίπτει με την εποίκιση της Σάμου από τους Ίωνες (γύρω στο 1050 π.Χ.) από τους οποίους ξεκίνησε η Ιστορική περίοδος του νησιού (εποχή του σιδήρου) Στην ΚΑΡΠΑθΟ, στην αρχαιότητα υπήρχε πόλη Ποσείδιο. Σώζονται ερείπια της. Στην ΤΕΝΕΔΟ, ο πρώτος οικιστής και βασιλιάς της ήταν ο Τένης, εγγονός του Ποσειδώνα. Στη ΣΕΡΙΦΟ των Κυκλάδων μια σπηλιά ονομαζόταν «η Σπηλιά του Κύκλωπα». Λίγο ψηλότερα βρίσκονταν ο «Θρόνος ή Καναπές του Κύκλωπα», που αναφέρεται σήμερα και ως «Ψαρός Πύργος» και είναι ένα μεγάλο ορθογώνιο κατασκεύασμα αποτελούμενο από μακρόστενους πελεκημένους σχιστόλιθους, συνολικού μήκους 8,4 μέτρων και πλάτους 4,2 μέτρων. Μοιάζει πράγματι με γιγαντιαίο καναπέ (πολυθρόνα) από το σχήμα που έχουν οι πελεκημένοι ογκόλιθοι και ειναι άξιο απορίας πως αυτοί οι τεράστιοι κατεργασμένοι ογκόλιθοι έχουν σηκωθεί εκεί ψηλά. Ο "Καναπές του Κύκλωπα" βρίσκεται σε μια θέση με πανοραμική θέα στη νοτιοδυτική πλευρά του νησιού και στέκεται σαν φύλακας του όρμου "Μεγάλο Λειβάδι" στη λεγόμενη "χερσόνησο του Κύκλωπα". Όταν ο Περσέας μεγάλωσε, προστάτευσε το νησί από τις Γοργόνες. Εναντίον τους έκανε και εκστρατεία κι έπιασε και αποκεφάλισε τη βασίλισσα τους τη «Γοργώ-Μέδουσα». Όταν ο Περσέας επέστρεψε με το κεφάλι της τερατόμορφης Γοργώς στο σακί του, βρήκε τη μητέρα του, Δανάη, στο βωμό του ναού. Είχε καταφύγει στο βωμό για ν' αποφύγει το βασιλιά Πολυδεύκη, που ήθελε να την κάνει γυναίκα του με το ζόρι και την απειλούσε. Ο Περσέας θύμωσε κι αγριεμένος έβγαλε το τρομερό κεφάλι της Γοργώς, τό 'δειξε στον Πολυδεύκη και τους ανθρώπους του και τους πέτρωσε! Από τότε η Σέριφος είναι όλο πέτρα. Βρέθηκε και νόμισμα της Σερίφου του 6oυ αιώνα της παλιάς χρονοαρίθμησης με παράσταση του Περσέα και της Γοργώς. Μεταλλεία σιδήρου και χαλκού υπήρχαν στο νησί από την αρχαιότητα και οι μεταλλουργικές δραστηριότητες ανάγονται στους Πρωτοκυκλαδικούς χρόνους (3η π.Χ. χιλιετία). Η ΡΗΝΕΙΑ έχει ίχνη κατοίκησης από τη 5η χιλιετία π.Χ. Βρίσκεται σχεδόν δίπλα και Δυτικά της πολύ μικρότερης, σε έκταση, Δήλου. Η Ρήνεια έγινε γνωστή στην ιστορική εποχή, όταν το 530 π.Χ βρέθηκε υπό την κατοχή του τύρανου της Σάμου «Πολυκράτη», ο οποίος «...την αφιέρωσε στον Απόλλωνα της Δήλου δένοντάς τη με αλυσίδα στη φημισμένη Δήλο» (Θουκυδίδης). Παλιά, λεγόταν Ορτυγία. Λέγεται ότι στο νησί αυτό είχε κατοικήσει η Ορτυγία, αδελφή της Λητώς και του είχε δώσει το όνομά της. Ορτυγία έλεγαν και ένα νησί των Εσπερίδων (στον Ατλαντικό ωκεανό), όπου κυνηγούσε ο Ωρίωνας και τον τόξευσε η Άρτεμη. Μια άλλη παράδοση λεει πως η Ορτυγία σχηματίστηκε από την πτώση στη θάλασσα της Αστερίας, κόρης του Τιτάνα Kοίου, που κατοικούσε στο ομώνυμο νησί της, τη σημερινή Δήλο (που παλιότερα λεγόταν Αστερία). Μήπως μεταφέρθηκε στο Αιγαίο από τους Άτλαντες, η μνήμη για μια πτώση αστεριού, ή αστροόγκου, ή μετεωρόλιθου, στην Ατλαντίδα; Γιατί λέγεται πως συνετέλεσαν στον καταποντισμό της όχι μόνο τα ηφαίστεια, οι σεισμοί και οι καταρρακτώδεις βροχές, αλλά και η πτώση στο έδαφός της ενός αστεροειδή... Στην ΑΝΔΡΟ, στα αρχαία χρόνια, ένα βουνό, έναν οικισμό και μια κοιλάδα, τα έλεγαν Άρνη. Το όνομα είναι συνυφασμένο με θαλασσινή «θεότητα». Άρνη έλεγαν και την τροφό του Ποσειδώνα. Στην ΤΗΝΟ η αρχαιότερη λατρεία ανήκε στον Ποσειδώνα και της συζύγου του Αμφιτρίτης. Στη θέση Κιόνια βρέθηκε ιερό τους και άγαλμα των δύο «θεών» ύψος περίπου 8 μ. Έργο του Αθηναίου γλύπτη Τηλεσία. Μάλιστα οι δύο αυτοί ναοί κατά τους ιστορικούς χρόνους εξελίχθηκαν σε μεγάλο θρησκευτικό κέντρο όπου οι προσκυνητές της ιερής Δήλου σταματούσαν πρώτα εδώ για κάθαρση. Επίσης βρέθηκαν, ένα μαρμάρινο γλυπτό δελφίνι,ένα ανάγλυφο της θεάς Κυβέλης κλπ. Στο χωριό Στενή υπήρχε και «Άντρο του Αίολου». Στην ΚΕΑ υπάρχουν Κυκλώπεια τείχη και σχετικές παραδόσεις... Στη ΣΥΡΟ υπήρχε πόλη Ποσειδωνία, όπου λατρεύονταν ο Ποσειδώνας και η Αμφιτρίτη. Βρέθηκαν ερείπιά της κοντά σε ωραία ακτή, που και σήμερα ονομάζεται Ποσειδωνία. Στην ΚΑΛΥΜΝΟ βρέθηκε το Σπήλαιο των «Επτά Παρθένων» που θυμίζουν τις επτά Πλειάδες, θυγατέρες του Άτλαντα, που οργάνωσαν τις πρώτες νυχτερινές γιορτές με τους «Εφταπάρθενους χορούς» όπως τους έλεγαν. Στο Σπήλαιο βρέθηκαν διάφορα αναθήματα και αγγεία προϊστορικών χρόνων. Στην Τέλενδο ανακαλύφθηκαν βυθισμένα ερείπια και στο Εμπορειό κυκλώπεια τείχη πελασγικών ή αρχαιότερων εποχών. Αρχικά το όνομα του νησιού ήταν «Καλύδνα», ενώ από τον 4ο αι. π.Χ. και μετά μετονομάστηκε σε «Κάλυμνα». Κατά τη Βυζαντινή εποχή η ονομασία Κάλυμνα μεταβάλλεται σε Κάλυμνος. Όπως φανερώνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα η Κάλυμνος κατοικείται ήδη από τη Νεολιθική εποχή. Αρχαίες πηγές (Στράβων, Διόδωρος Σικελιώτης) αλλά και διάφορα ευρήματα, μαρτυρούν ότι οι αρχαιότεροι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Κάρες. Τους διαδέχτηκαν οι Φοίνικες ενώ αργότερα, την κατοίκησαν Αιολείς από τη Θεσσαλία, για να τους διαδεχθούν αποικιστές Δωριείς από τη Νότια Ελλάδα (1150 – 800 π.Χ.). Αρχηγός των Δωριέων ήταν ο Θεσσαλός, γιός του Ηρακλή και της Χαλκιόπης. Ιστορική ανάλυση-ΣχόλιαΟι παραδόσεις για τις σχέσεις σχεδόν όλων των νησιών του Αιγαίου, με τις συγγενείς φυλές των Τιτάνων, Ατλάντων και Γιγάντων, των Γιων του Ποσειδώνα και των Πελασγών κλπ, δεν εξαντλούνται εδώ. Μην ξεχνάμε ότι τα ονόματα Κάλυμνος, Θάσος, Ίμβρος, Κάρπαθος, Κρήτη, Κως, Λέσβος, Νάξος, Σάμος, Σκύρος, Τένεδος, Χίος κλπ, είναι ονόματα προελληνικά (βλ.«ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ», Ν.Π.Ανδριώτη καθηγητή φιλοσοφικής σχολής, σ. 9-10). Ο Πελασγός, γενάρχης των Πελασγών κρατούσε κι αυτός από την ίδια γενιά των Ατλάντων και του Ποσειδώνα. Σύζυγός του ήταν η Ωκεανίδα Μελοίβια. Ο Ποσειδώνας θεωρούνταν μόνιμος κάτοικος της Ατλαντίδας, αλλά είχε και το επίθετο Πελάγιος, Πελαγαίος και Αιγαίος. Γιατί διαφέντευε και τη θάλασσα του Αιγαίου πελάγους. Στο Αιγαίο έμενε αρκετό καιρό, σ' ένα παράξενο νησί, με τη γυναίκα του Αμφιτρίτη και τις αδελφές της Νηρηίδες (βλ. «Ιλιάδα» Ομήρου θ.203, Στράβωνας Κ.405). Ένα διάστημα έμενε στο Αιγαίο και ο γερο - Νηρέας ο σοφός, Ατλαντικής γενιάς κι αυτός, που οδήγησε τον Ηρακλή στον Άτλαντα, να πάρει τα «χρυσά μήλα» των Εσπερίδων (βλ. «Αργοναυτικά» Απολλώνιου Ρόδιου)... Βέβαια, πολλές από τις παραδόσεις αυτές αναφέρονται σε μυθολογήματα. Αλλά είναι γνωστό πως οι μύθοι ενέχουν ιστορικό πυρήνα. Ο Σαλλούστιος στο έργο του «Περί θεών και κόσμου» (γ') γράφει: «Το δε διά μύθων τ' αληθές επικρύπτειν, τους μεν καταφρονείν ουκ εά, τους δε φιλοσοφείν αναγκάζει». (Το ότι οι μύθοι κρύβουν την αλήθεια, αυτό δεν αφήνει άλλους να τους περιφρονούν, ενώ άλλους τους προβληματίζει, τους αναγκάζει να φιλοσοφούν). Ο Πλούταρχος επίσης γράφει: «Μακάρι να ξεκαθαριζόταν το μυθικό και να 'βγαινε απ' αυτό με τη λογική μια ιστορική πραγματικότητα». |
Θρύλοι στα νησιά του Αιγαίου
- Εμφανίσεις: 384